Ανέλιξη.
Το φύτρο είναι η αρχή κι η μάνα του το χώμα,
κι η αδερφή του η βροχή, μύρο, σε άγιο δώμα.
Μέσα στην άβυσσο ξυπνά, υπόγειος αστέρας
κι από της Γης τα στεγανά, γίνεται φως της μέρας.
Κλείσε τα μάτια για να ιδείς, ζωή μες στο σκοτάδι,
σπέρμα αχαμνό αποβραδίς, τη μέρα ανθοκλάδι.
Η θεία φύση μας γεννά! Σαν τραγουδά κι υφαίνει,
το χιόνι λιώνει στα βουνά κι η θλίψη μας, γλυκαίνει.
Τ’ αύριο, μην το καρτεράς, γιατί μπορεί ν’ αργήσει,
το πανηγύρι της χαράς, γυαλί, που ’χει ραγίσει.
Ασπάζομαι και ευλογώ, τον έρωτα το δότη,
μ’ άλλοι τον είπαν αρχηγό κι άλλοι δειλό προδότη…
Το θάνατο, οι ζωντανοί, τον ζουν, μα δε μαθαίνουν
κι όταν ανοίγουν οι ουρανοί, τα όνειρα πεθαίνουν…
Μια χούφτα χώμα να βρεθεί, το σώμα ν’ αναπάψει,
με τ’ άπειρο να προσδεθεί, συνθήκη να συνάψει.
…..
Στην άνανθη τη σιγαλιά, μνήμες λησμονημένες!
Σκιές, σ’ ατείχιστα κελιά, πυκνές στιγμές σβησμένες…
Follow us: