Η πολιτεία.
Ένα τρένο φεύγει μες στη μπόρα,
πίσω του στενάζει η πολιτεία,
έπεσε λιμός σ’ αυτή τη χώρα
κι οι σκιές πυκνώνουν στην πλατεία.
Νύχτα δίχως άλλοθι και γνώση,
πρόβαλε κρατώντας το νυστέρι
κι η ωμή ορμή της θα ματώσει
της ειρήνης τ’ άσπρο περιστέρι.
Μες στην αλλαγή τους όλα ίδια
κι ο χρησμός ηχολογεί εντόνως:
‘’στα παλάτια μα και στα σανίδια,
όλες οι φωνές θα γίνουν χρόνος.’’
Κύμα ο καιρός ανταριασμένο,
ο φτωχός κοιμήθηκε στο χώμα
κι απ’ το λογισμό το φοβισμένο,
μια πνιχτή κραυγή φτάνει στο στόμα…
ΓΙΩΡΓΟΣ Δ. ΜΠΙΜΗΣ.