Καλή σας μέρα,
κάποια μέρα που βγήκαμε να περπατήσουμε, περάσαμε από μια περιοχή του Αμαρουσίου που ακόμη υπάρχουν σπίτια με λαχανόκηπους. Εκεί είδαμε ένα ζευγάρι να είναι στη μέση του περιβολιού και να κοιτάνε κάτω στεναχωρημένοι. Τους καλημερίσαμε και αρχίσαμε τα συνηθισμένα της γρήγορης κουβέντας του ποδαριού.
Τι γίνεστε, πώς πάτε; Τα παιδιά, όλοι καλά; Να εδώ. Ήρθαμε να μαζέψουμε τα κουκιά -μπαίνει στο θέμα ο κύριος Νίκος- και είδαμε ότι μας τα φάγανε! Κοιτάτε να δείτε καταστροφή! Να και αυτά να τα και τα άλλα και στεναχωριέται η κυρά Λένη. Δεν θα φυτέψει τίποτα πια λέει.
Η κυρία Ελένη μπήκε και αυτή στην κουβέντα. Κρίμα και ήθελα να τα ξεράνω για το χειμώνα. Τώρα αρουραίοι τα φάγανε; Χελώνες τα φάγανε; Δεν ξέρω. «Αυτό γίνεται συχνά, να μας τρώνε τα κουκιά» και η ατάκα αυτή μπήκε στο αρχείο του μυαλού μου για την επεξεργαστώ.
Και λέω τώρα εγώ, αν όλοι εμείς αντιδρούσαμε που μας τρώνε ύπουλα τα μικρά γλυκά μας όνειρα τα κουκιά ας πούμε, θα στεναχωριόντουσαν οι εισβολείς ή θα θύμωναν και από πάνω. Εδώ ταιριάζει η παροιμία «εμ φταίχτης εμ ανώτερος».
Πάντως η κυρία Ελένη ξεπέρασε το σοκ και ξαναφύτεψε τις ντομάτες, τις πιπεριές, τα κολοκυθάκια της. Μ’ άλλα λόγια τις μικροχαρές της ζωής, αυτές οι οποίες εξασφαλίζουν την αξία της καθημερινότητας που καταλήγει στο «Δόξα το θεό».
Δεν πρέπει να επιτρέψουμε στα κάθε είδους τρωκτικά να στεναχωρήσουνε την κυρία Ελένη, που είναι στο μποστανάκι της, στο έντιμο σπιτικό, την καλή της καρδιά και την προσευχή της να βρούνε δουλειά τα άνεργα παιδιά της. Εκτός από την κυρία Ελένη αφορούν και κάποια εκατομμύρια Έλληνες, που τους έφαγαν και αυτών τα κουκιά.
Όσο για μας, θα ρωτήσουμε τον ποιητή που πετάει πάνω από θάλασσες, πάνω από σύννεφα, «πες μας τι βλέπεις;». Πόσα κουκιά φύτεψαν οι Έλληνες στα ατομικά τους μποστάνια; Πόσα απ’ αυτά κινδυνεύουν να χαθούν στα κελάρια της πολιτικής; Μέχρι πότε θα καταστρέφει η ανεργία τα σπαρμένα όνειρα των παιδιών μας; Μέχρι να’ χουμε την απάντηση του ποιητή. Να είστε όλοι καλα!
Ντίνα Σ. Μήτσου
Follow us: